Σε μια από τις ωραιότερες περιοχές των ανατολικών ακτών της Λέσβου, βρίσκεται το χωριό Πύργοι Θερμής, σε απόσταση 10 χιλιομέτρων βορειότερα από την πόλη της Μυτιλήνης. Μπροστά στην πανέμορφη αγκαλιά της νησιωτικής αυτής γης, ένας πανέμορφος κόσμος, γεμάτος με σπάνιες χάρες και εικόνες ιδανικές, ξεπροβάλλει μαζί με το φως του ήλιου, ζωγραφίζοντας με τα πιο φανταχτερά χρώματα τον ουρανό και τα σύννεφα, καθώς καθρεφτίζονται στα καταγάλανα νερά της θάλασσας του Αιγαίου. Αγκαλιάζουν στην απεραντοσύνη τους τούτη τη γη, σαν μια αρμονική συμφωνία που αποκαλύπτει τον παραδεισένιο και αγιασμένο τόπο της Θερμής, γαλήνιο, ήρεμο.
σ.α.

Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

ΤΟ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΟ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ


 
 
ΤΟ ΨΥΓΕΙΟ ΠΑΓΟΥ, ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ, Η ΣΤΑΜΝΑ…

Τα χρόνια πέρασαν και ίσως λίγοι γνώρισαν ή θυμούνται τον οικιακό εξοπλισμό του (όχι και τόσο μακρινού) παρελθόντος. Εχουμε και λέμε, λοιπόν:
“Βρυσούλα”. Εγκατάσταση παροχής…τρεχούμενου νερού. Πλύσιμο πιάτων, χεριών, προσώπου, κλπ. με τη βρυσούλα γινόταν, που όμως χρειαζόταν συνεχώς να γεμίζει από τηστάμνα ή άλλο σκεύος...


Σκάφη. Το “πλυντήριο” της γιαγιάς. Ξύλινη ή από λαμαρίνα. Μέσα, διάφορα βοηθητικά εργαλεία. Μπουγάδα με το χέρι και πράσινο ή άσπρο σαπούνι (δεν υπήρχαν άλλα απορρυπαντικά). Από τις σκληρότερες δουλειές της νοικοκυράς που δεν είχε “δούλες” (έτσι έλεγαν τις οικιακές βοηθούς) ούτε “παραδουλεύτρες”. Συχνά η σκάφη χρησίμευε και ως μπανιέρα, μιά και τα περισσότερα σπίτια δεν διέθεταν τις σημερινές λουτρικές εγκαταστάσεις και το μπάνιο δεν ήταν και καθημερινή συνήθεια. Κάθε Σάββατο και αν…


Το “βαποράκι”. Σίδερο με κάρβουνα. Πριν αποκτήσουν σύνδεση με το ηλεκτρικό δίκτυο (πολλές περιοχές συνδέθηκαν τη δεκαετία του 1970) δεν είχαν άλλο τρόπο να σιδερώνουν τα ρούχα οι νοικοκυρές, από το βαποράκι. Τα ξυλοκάρβουνα “χώνευαν” στο εσωτερικό του σκεύους και θέρμαιναν την πλάκα.

Το φανάρι. Ο πρόγονος του ψυγείου πάγου, το φανάρι έμοιαζε με το φανάρι που χρησιμοποιούσαν στα καΐκια, και όχι μόνο. Οι σίτες εμπόδιζαν τα έντομα να πλησιάσουν τα φαγητά και ο διερχόμενος αέρας δημιουργούσε κάπως καλύτερες συνθήκες διατήρησης, από τον στάσιμο αέρα του ντουλαπιού. Ο χρόνος διατήρησης δεν πρέπει να ξεπερνούσε τις μερικές ώρες, άντε ένα 24ωρο!

Ψυγείο πάγου. Το ψυγείο πάγου ήταν η επανάσταση! Παγοποιεία υπήρχαν πολλά (λίγα υπάρχουν ακόμη, αλλά για άλλους σκοπούς) σε όλη τη χώρα. Οι διανομείς γύριζαν με ένα φορτηγάκι ή καροτσάκι που έσπρωχναν με τα χέρια και άφηναν συνήθως ένα τέταρτο της κολώνας (τόσο χωρούσε). Το νερό έβγαινε παγωμένο από το ντεποζιτάκι που υπήρχε στο εσωτερικό τους, αλλά η θερμοκρασία στο θάλαμο δεν πρέπει να ήταν χαμηλότερη από 10-12 βαθμούς C, στη καλύτερη περίπτωση.

Αιγινήτικο κανάτι. Εναλλακτικός τρόπος ψύξης του νερού. Πριν ακόμη την εμφάνιση του ψυγείου πάγου (αλλά και μετά) ήταν σε χρήση το Αιγινήτικο κανάτι, για να δίνει δροσερό νερό. Η μέθοδος βασίζεται στην αρχή της φυσικής, ότι όταν ένα υγρό εξατμίζεται, απορροφά θερμότητα. Τα κανάτια ήταν από πορώδες υλικό (πηλό) που επέτρεπε μιά μικρή ποσότητα νερού να βγαίνει στην εξωτερική επιφάνεια του κανατιού. Ετσι, το κανάτι “ίδρωνε” και το τοποθετούσαν σε σημεία με ρεύμα αέρα (συνήθως στα πρεβάζια των παραθύρων). Ο αέρας προκαλούσε εξάτμιση και η εξάτμιση έριχνε τη θερμοκρασία στο εσωτερικό του και το νερό απλώς δρόσιζε κάπως, ώστε να πίνεται.

Λάμπα πετρελαίου. Οπου δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα, υπήρχαν οι λάμπες πετρελαίου. Σε μερικές ταβέρνες χρησιμοποιούσαν και λάμπες “Λουξ” που λειτουργούσαν με υγραέριο και έβγαζαν ένα πολύ λαμπρό φως (σήμερα τις χρησιμοποιούν στις ψαρόβαρκες γρι-γρι για να προσελκύουν τα ψάρια). Η λάμπα είχε το φυτίλι, του οποίου η μία άκρη ήταν βυθισμένη στο πετρέλαιο που βρισκόταν μέσα στο δοχείο. Σηκώνοντας το φυτίλι με το χειρισμό μιά ροδέλλας δυνάμωνε η ένταση του φωτός, αλλά υπήρχε ο κίνδυνος να σπάσει το γυαλί από τη υψηλή θερμοκρασία. Πολλοί διαπρεπείς επιστήμονες των περασμένων γενιών διάβαζαν στο φως του πετρελαίου ή του κεριού, που τότε δεν ήταν αξεσουάρ πολυτελών εστιατορίων, αλλά αναγκαίο για το φωτισμό, είδος.

Γκαζιέρες και καμινέτα. Το μαγείρεμα γινόταν με γκαζιέρες που έκαιγαν πετρέλαιο ή βενζίνη (σπανιότερα). Ηταν πολύπλοκα εργαλεία που οι νοικοκυρές ήταν απόλυτα εξοικειωμένες μαζί τους. Τρομπάριζαν αέρα μέσα στο δοχείο του καυσίμου, ώστε αυτό να ανεβαίνει στον καυστήρα. Συχνά βούλωναν και υπήρχαν ειδικά βελονάκια για το ξεβούλωμά τους. Υπήρχαν και οι φουφούδες, μιά κατασκευή παρόμοια με το μαγκάλι, αλλά με σχάρα, για να τοποθετείται η κατσαρόλα. Ο καφές ή τα αφεψήματα ψήνονταν στα καμινέτα που έκαιγαν μπλε οινόπνευμα. Το γκαζάκι δεν υπήρχε τότε και μόνο τα σχετικά πλούσια νοικοκυριά είχαν σύνδεση με το φωταέριο. Πολυτέλεια ήταν και οι στόφες, οι κουζίνες με ξύλα που διέθεταν και φούρνο. Τα φουρνιστά τα έστελναν στο γειτονικό φούρνο που δούλευε σε φοβερούς ρυθμούς τις Κυριακές, που ο κόσμος έτρωγε κρέας ψητό, με μακαρόνια, κριθαράκι ή πατάτες.

Μαγκάλι. Η θέρμανση του φτωχού…Μη φανταστείτε πως το μέσο σπίτι διέθετε κεντρική θέρμανση. Βέβαια και στα σημερινά που τη διαθέτουν, διακοσμητική είναι, αφού το πετρέλαιο έχει γίνει χρυσάφι! Πάντως η θέρμανση με μαγκάλι ήταν φτηνή, αλλά χωρίς μεγάλη εμβέλεια. Στη μέση του δωματίου έμπαινε το μαγκάλι με τα ξυλοκάρβουνα για αρχή και τον “πυρήνα” (μιά σκόνη από τα κουκούτσια της ελιάς). Δημιουργούσε χόβολη μέσα στην οποία έψηναν καφέ και επάνω από το μαγκάλι έψηναν κανά κοψίδι ή φέτες ψωμί. Συχνά τα “αχώνευτα” ξυλοκάρβουνα καίγονταν ελλιπώς, με αποτέλεσμα την έκλυση CO (μονοξειδίου του άνθρακα) που σκότωνε ολόκληρες οικογένειες! Βέβαια υπήρχαν και οι ξυλόσομπες, οι σόμπες με κάρβουνα, καθώς και οι σόμπες πετρελαίου, αργότερα αυτές. Κεντρική θέρμανση διέθεταν τα πλουσιόσπιτα, αλλά καύσιμη ύλη ήταν το ξύλο ή το κάρβουνο και κάποιος (συνήθως το υπηρετικό προσωπικό) έπρεπε να κατεβαίνει κάθε τόσο στο υπόγειο, να τροφοδοτεί τη φωτιά. Υπήρχαν κι άλλες διαφορές στις ευκολίες, αλλά δεν έχει νόημα να μιλάμε π.χ. για ηλεκτρονικά και μέσα διασκέδασης, γιατί αυτά ήταν πολυτέλειες!


ΠΗΓΗ:eyedoll.gr,
 
 

1 σχόλιο:

  1. ο παππους και η γιαγια , ειχαν τετοια αντικειμενα παλια, στην αποθηκη.
    και οι απο τον Μολυβο και οι απο τους πυργους Θερμης!
    αναμνησεις και νοσταλγια, για το νησι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή