Το έθιμο της βασιλόπιτας, με τη συγκέντρωση των μελών της οικογενείας και με το τελετουργικό μοίρασμά της, σε όλα τα μέλη με την απαρχή στο Χριστό και στον Άγιο Βασίλειο και με το ιδιαίτερο μερίδιο του φτωχού και του ξενιτεμένου, αποτελεί ένα από τα ωραιότερα οικογενειακά έθιμα του ελληνικού λαού που τα τελευταία χρόνια έγινε κοινωνικό και συνηθίζεται σ' όλους τους κύκλους με σχεδόν οικογενειακό χαρακτήρα...
Βασιλόπιτα ή Βασιλειόπιτα ονομάζεται η γνώριμη σ' όλους μας πίτα της Ελληνικής πρωτοχρονιάς, που την κόβουμε στο τραπέζι το βράδυ ή το μεσημέρι της πρωτοχρονιάς. Κόβεται συνήθως από το νοικοκύρη (πατέρα ή πρώτο της οικογένειας) και μοιράζεται σε κυκλικά τρίγωνα στους παριστάμενους. Για ν' αγιαστεί η πίτα, κόβονται πρώτα τα κομμάτια του Χριστού, του Αγίου Βασιλείου, και ακολουθούν του φτωχού και του σπιτιού. Όταν τελειώσουν τα ονόματα των οικείων, τότε κόβεται το κομμάτι του ξενιτεμένου και των παρόντων ξένων. Μέσα στην πίτα, υπάρχει κρυμμένο, ένα φλουρί (νόμισμα) που σε όποιου το κομμάτι τύχει, αυτός είναι ο τυχερός της ημέρας και όλου του χρόνου.
Η βασιλόπιτα που κόβουμε συγκαλώντας τα μέλη των συλλόγων, τους επαγγελματίες και τους υπαλλήλους του κάθε κλάδου, οργανώνοντας μαζί συνεστιάσεις και χορούς είναι η προέκταση του εθίμου της πρωτοχρονιάτικης πίτας που ζήσαμε όλοι μας στο πατρικό μας σπίτι. Είναι έθιμο ειρηνικό συγκεντρωτικό και ενωτικό, όπως οι πρώτες Χριστιανικές Αγάπες και η μετάδοση των μερίδων που όλοι τρώνε από τον κοινό άρτο, μοιάζει τελετουργία ομαδικής αγάπης.
Κάθε τόπος στη πατρίδα μας έχει τη δική του βασιλόπιτα. Αλλού είναι πίτα με τυρί και αυγά, αλλού με διάφορα χόρτα και φύλλα, αλλού ψωμί απλό κ.ά. Πάντα όμως ήταν λιτή και απέριττη. Η βασιλόπιτα - κέικ είναι μάλλον ευρωπαϊκή επίδραση. Η ελληνική βασιλόπιτα είναι οι καρποί της γης, οι απαρχές των αγαθών που ανήκουν στον Κύριο της Κτίσης και αφιερώνονται εορταστικά σ' Εκείνον (τα πρώτα κομμάτια στον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους).
Αλλά ας παρακολουθήσουμε τη γλαφυρή περιγραφή της γέννησης του εθίμου:
Ο Ιουλιανός ο παραβάτης, Ρωμαίος αυτοκράτορας στην Ανατολή, πηγαίνοντας για την Περσία, πέρασε από την Καισαρεία κοντά. Τον προϋπάντησε τιμητικά ο παλιός συσπουδαστής του στην Αθήνα, ο επίσκοπος - τώρα Βασίλειος,- μαζί με το λαό. Ο αυτοκράτορας απαίτησε δώρα βασιλικά κατά τα ήθη και τ' αξιώματά του. Ο ασκητής επίσκοπος δεν είχε τίποτε, κι έτσι του πρόσφερε τρία κρίθινα ψωμιά. Ο βασιλιάς διέταξε τους υπηρέτες του να δώσουν στον επίσκοπο, σαν αντιδώρημα, χορτάρι σκέτο απ' τους αγρούς. Αλλά ο άγιος δεν άφησε αναπάντητη την άδικη καταφρόνηση:
- Εμείς, βασιλιά, σου προσφέραμε από 'κείνο που τρώμε, καθώς εζήτησες. Η βασιλεία σου μας αντάμειψε, καθώς αρμόζει, από εκείνο που τρώγει.
Ο βασιλιάς εθύμωσε και είπε:
- Τώρα, δέξου το δώρο και όταν επιστρέψω νικητής, τότε την πόλη σου θα κάψω και θα αιχμαλωτίσω τον ανόητο λαό που εξαπατάς, διότι και τους θεούς που προσκυνώ περιφρονούν όσο για σένα, θα λάβεις την πρέπουσα αμοιβή.
Ο άγιος επέστρεψε στην πόλη και κάλεσε το λαό να τον πληροφορήσει για τις απειλές του αυτοκράτορα και τέλος είπε:
- Μη λυπηθείτε, αδελφοί μου, τα χρήματά σας φροντίστε μόνο τη ζωή σας. Συγκεντρώστε τα λεπτά σας σ' ένα μέρος όταν ακούσουμε πως έρχεται εκείνος, θα τα ρίχνουμε σωρούς στους δρόμους κι όπως είναι φιλοχρήματος, αυτά θα κλέψουνε την προσοχή του και θα τον κάνουν να ξεχάσει τις απειλές του.
Οι χριστιανοί έκαναν όλοι όπως τους είπε. Εκείνος σύναξε το χρυσάφι, το ασήμι, τους πολύτιμους λίθους, όλα, μέσα στο σκευοφυλάκιο κι έγραψε τ' όνομα του καθενός και ό,τι καθένας έφερε.
Όταν μαθεύτηκε πως επιστρέφει ο βασιλιάς με το στρατό του, ο άγιος είπε σ' όλους να νηστέψουνε τρεις μέρες κι όλοι μαζί ανέβηκαν μετά στο όρος Δίδυμο της Καισαρείας, όπου ναός της Θεοτόκου, με πόνο άρχισαν να δέονται στην Παναγία ν' αλλάξει τη βουλή του αυτοκράτορα. Είδε τότε ο άγιος Ιεράρχης ουράνια στρατιά να κυκλώνει το όρος. Θρόνος στη μέση ψηλός, όπου καθόταν δοξασμένη η Κυρία των αγγέλων - η Παναγία. Την άκουσε να λέει:
- Καλέσατέ μου τον Μερκούριο.
Φάνηκε τότε ο μεγαλομάρτυρας Μερκούριος με τα όπλα του κι’ Εκείνη του έδωσε προσταγή να αφανίσει τον Ιουλιανό. Μετά εκάλεσε τον άγιο Βασίλειο και του παρέδωσε βιβλίο με τη δημιουργία της Κτίσης γραμμένη μέσα. (Στην αρχή υπήρχε η επιγραφή "ειπέ" στο τέλος, όπου η θέση της πλάσης του ανθρώπου, έγραφε "τέλος"). Κι αλήθεια, αργότερα, ο άγιος Βασίλειος έγραψε ερμηνεία στην εξαήμερο δημιουργία του Θεού. Όταν όμως ήταν να γράψει για τον άνθρωπο, έφυγε στους ουρανούς. Ο αδελφός του άγιος Γρηγόριος, ο επίσκοπος Νύσσης, συμπλήρωσε γι' αυτό το θέμα.
Μετά, λοιπόν, απ' αυτήν την οπτασία, ο άγιος κατέβηκε μόνος στην πόλη και πήγε στο ναό του αγίου Μερκουρίου. Διαπίστωσε ότι το λείψανο του μάρτυρα έλειπε κι ανέβηκε πάλι στο Δίδυμο να ησυχάσει το λαό:
- Δοξάστε το Θεά, αδελφοί μου! Ο Ιουλιανός δεν υπάρχει πια. Ελάτε να παραλάβετε τα χρήματά σας.
Και τους εξήγησε. Αλλά εκείνοι είπαν:
- Θα τα δίναμε στον ασεβή βασιλέα και θα τ' αρνηθούμε στον ουράνιο, που μας έσωσε τη ζωή:
Ο άγιος επαίνεσε, συγκινημένος, την προθυμία τους, έδωσε στον καθένα το ένα τρίτο των όσων πρόσφερε και με τα υπόλοιπα έκτισε νοσοκομείο, γηροκομεία, ξενώνες, ορφανοτροφεία. Το ιστορικό αυτό γεγονός πέρασε στις παραδόσεις του λαού.
Έτσι παραδίδεται πως: "Αφού δόξασαν όλοι το Θεό, δια την απαλλαγή τους από τον Ιουλιανόν, ο δεσπότης βρέθηκε σε δύσκολη θέση πώς να μοιράσει πάλι τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης του. Προσευχήθηκε και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους υπηρέτες και διακόνους και τους είπε να ζυμώσουν μικρά ψωμάκια και σε κάθε ψωμάκι να βάλουν και από μερικά χρυσαφικά. Μετά τα μοίρασε σαν ευλογία στους πιστούς και αυτοί τα πήραν παραξενεμένοι. "Τι δώρο είναι αυτό από τον δεσπότη μας"; ρωτούσαν ο ένας τον άλλον. Μα όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι, έβρισκε τα χρυσαφικά της. Από τότε φτιάχνουμε τη βασιλόπιτα με το φλουρί, κάθε πρώτη μέρα του χρόνου.
Το ιστορικό του εθίμου αν και καθαρά ελληνικό φαίνεται να πέρασε και στην Ευρώπη. Ενσωματώθηκε με τον εκεί τρόπο ζωής και διασκέδασης. Έτσι στην Γερμανία αλλά και την Αγγλία την παραμονή των Θεοφανείων παρασκευάζεται ένα γλύκισμα που μέσα κρύβουν ένα φασόλι ή ένα αμύγδαλο. Όποιος το βρει θεωρείται ο "βασιλιάς" της βραδιάς.
Ευχές μας, να ’ναι πλούσια από αγαθά η καινούργια χρονιά και γλυκό το πέρασμά της, όπως γλυκιά είναι η βασιλόπιτα που κόβουμε τηρώντας το τελετουργικό μοίρασμά της.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1 Δημ. Σ. Δουκάτου, «Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών», εκδ. Φιλιππότης, Αθήνα 1979.
2 θρησκευτική & Ηθική Εγκυκλοπαίδεια [οικείο λήμμα],
3.Αννας Μαρίνη, Ο Αη Βασίλης και η Βασιλόπιτα, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1990 2.
Πηγή: Περιοδικό «Αστυνομική Επιθεώρηση»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου