Σε μια από τις ωραιότερες περιοχές των ανατολικών ακτών της Λέσβου, βρίσκεται το χωριό Πύργοι Θερμής, σε απόσταση 10 χιλιομέτρων βορειότερα από την πόλη της Μυτιλήνης. Μπροστά στην πανέμορφη αγκαλιά της νησιωτικής αυτής γης, ένας πανέμορφος κόσμος, γεμάτος με σπάνιες χάρες και εικόνες ιδανικές, ξεπροβάλλει μαζί με το φως του ήλιου, ζωγραφίζοντας με τα πιο φανταχτερά χρώματα τον ουρανό και τα σύννεφα, καθώς καθρεφτίζονται στα καταγάλανα νερά της θάλασσας του Αιγαίου. Αγκαλιάζουν στην απεραντοσύνη τους τούτη τη γη, σαν μια αρμονική συμφωνία που αποκαλύπτει τον παραδεισένιο και αγιασμένο τόπο της Θερμής, γαλήνιο, ήρεμο.
σ.α.

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2009

ΑΙΟΛΙΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ

- Ο Θεός να βάλ’ το χέρι τ’
- Κάθε αρχή και δύσκολη.
- Έβαλε νερό στο κρασί τ’
- Κούφια η ώρα που τ’ ακούει.
- Κάθε μπόδιο σε καλό.
- Δεν σκαμπάζει γρύ...


- Άρπα τον ένα και χτύπα τον άλλον.
- Στραβά πηγαίνεις κάβουρα, θα δω την καζαντιά σου.
- Ποιος στραβός δεν θέλ’ να δει το φως του.
- Δεν απολείπ’ ο Μάρτ’ς απ’ τη Σαρακοστή.
- Γιάν’ς κερνά και Γιάν’ς πίνει.
- Πάρε με στο γάμο σ’ να συ πω κι του χρόνου.
- Κακό σκυλί ψόφο δεν έχ’
- Κουνήσου απ’ τον τόπο σ’
- Μάλλιασε η γλώσσα μ’ να τα λέω.
- Μαζί φάγαμε ψουμί κι’ αλάτ’
- Χώνει παντού την ουρά τ’
- Βρήκε ο Φίλιππας τον Ναθαναήλ.
- Ποιος ξέρ’ από πού κρατά η σκούφια τ’
- Απόμεινε νταντέλα.
- Παρηγοριά στον άρρωστο, μέχρι να βγεί η ψυχή του.
- Κακά, στραβά κι’ ανάποδα.
- Δώσε τόπο στην οργή.
- Παπούτσι από τον τόπο σου κι’ ας είναι μπαλωμένο.
- Μπόρα ήταν κι πέρασε.
- Μαύρισε το μάτι του απ’ την πείνα.
- Γέρο άμα δεν έχεις, γέρο ν’ αγοράζεις.
- Πέσε πίτα να συ φάω.
- Δεν ιδρών’ τ’ αυτί τ’
- Απ’ όξου κούκλα κι’ από μέσα πανούκλα.
- Βούλωσε του στόμα σ’
- Γίναμε από δυό χωριά χωριάτες.
- Όποιος ανακατεύεται με τα πίτυρα, τον τρών οι όρθες.
- Έφαγε τον περίδρομο.
- Μακριά μαλλιά, λίγη γνώση.
- Αν βρέξ ο Μάρτης δυό νερά κι’ ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνον τον ζευγά πώχει στη γη σπαρμένα.
- Κουκιά τρώει, κουκιά μαρτυρά.
- Τα μιταξουτά βρακιά θέλειν πιδέξια σκέλια.
- Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης.
- Όποιος έχει τη μύγα, μγιάζεται.
- Γέρικο μουλάρ’ περπατηξιά δε μαθαίν’
- Το φίδι μικρό το σκοτώνουν.
- Έφτασε το μαχαίρ’ στο κόκαλο.
- Ο κακός ο χρόνος περνά, ο κακός ο γείτονας δε φεύγ'
- Λύσσαξε από το κακό τ’
- Άνοιξε τα στραβά σ’
- Σα του μπόγιμ ηύρα, σα τ’ καρδιά μ’ δεν ηύρα.
- Ράβε ξήλωνε δουλειά να μη συ λείπ’
- Έμεινε πανί με πανί.
- Όποιος έχ’ τα γένια, έχ’ κι τα χτένια.
- Τα λέει στην πεθερά για να τ’ ακούει η νύφη.
- Άμα δεν ταιριάζανε δεν θα συμπεθεριάζανε.
- Ροδάνι πάει η γλώσσα τ’
- Κοντός ψαλμός αλληλούϊα.
- Δούλεψε να φας και κράτα να ’χεις.
- Αλεπού κατσαμαντού τσι στα κμάσια τσι παντού.
- Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται.
- Σα δεν το ’χει η κούτρα να κατεβάζει ψείρες.
- Μην ψάζεις ψύλλ’ μέσα στ’ άχυρα.
- Κάθε κατεργάρ’ς στου πάγκου τ’
- Ψώφσει του βόδ’ χάλασει η σμπιθιριά.
- Ο κόσμος τόχει τούμπανο και μεις κρυφό καμάρι.
- Θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι.
- Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
- Άμα δεν έχεις νύχια να ξυστείς μην περιμένεις απ’ άλλον.
- Χτυπά το κεφάλι τ’ με τα δυό τα χέρια.
- Ούλα στου γάμου δύσκουλα κι’ η νύφη γκαστρουμένη.
- Ούλα τα ’χει η Μαριουρή, ο φερετζές της έλειπε.
- Ανεμομαζώματα ανεμοσκορπίσματα.
- Μωρέ μούτρα για γαμπρός!
- Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσ’
- Δεν μύρισα τα δαχτύλια μ’
- Κρύβεται πίσω απ’ το δάχτυλο τ’
- Άμα κάναν κι οι μπαμπούρ’ μέλ’
- Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση.
- Ούλις οι μέλσις δεν κάνουν μέλ’
- Έχασε τ’ αυγά με τα καλάθια.
- Σιγά τον πολυέλαιο.
- Ψήλουσε η κουτσιλιά τ’
- Βαριά η καλογερική.
- Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, σαράντα μέρες κοσκινίζει.
- Ο λύκος απ’ τα μετρημένα τρώει.
- Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
- Μοναχός του σκάβ’ τον λάκκο τ’
- Τσίλησε ο τζέντζερης και βρήκε το καπάκι.
- Άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο.
- Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα μικρό καλάθ’
- Στερνή μου γνώση να συ ’χα πρώτα.
- Ουβριγιός σα μπατακιάν’ τα παλιά τιφτέρια πιάν’
- Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπ’ η μέρα κι γελά.
- Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
- Όποιος πρόλαβε τον Κύριον είδε.
- Από όπ’ να τον πιάσεις βρωμά.
- Στην αναμπαμπούλα ο λύκος χαίρεται.
- Με τα σκατά να τον κάνεις τράμπα, ζημιωμένος θα βγείς.
- Ήθελές τα κ’ έπαθές τα.
- Δεν ξαδιάζει ούτε να ξυστεί.
- Όσο τ’ ανακατών’ς, τόσο βρωμούν.
- Στη χάση και στη φέξη φαίνεσαι.
- Μάθε τέχνη κι’ άστηνε.
- Όποιος φυλάει τα ρούχα τ’ έχει τα μισά.
- Τα καλώς καμωμένα παίρν’ ο διάβολος τα μισά, τα κακώς καμωμένα παίρν’ και τον νοικοκύρ’
- Βάλανε τον λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
- Πετσί και κόκαλο έμεινε.
- Άμα δεν κλάψ’ το μωρό, δεν του δίνει η μάνα γάλα.
- Στου κασιδιάρη το κεφάλ’ έμαθε κουρέας.
- Ο Φλεβάρης κι’ αν φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει.
- Όποιος πεινά καρβέλια ονειρεύεται.
- Πιάστηκε σαν τον ποντικό στη φάκα.
- Ουκνός νέος, φτουχός γέρος.
- ΄Όποιος έχει πολύ πιπέρ’ βάζ’ κι στα κουκιά.
- Στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα.
- Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του.
- Όποιος ανοίγει τον λάκκο αλλουνού, πέφτ’ ο ίδιος μέσα.
- Δεν είχε το καντήλι του λάδ’
- Είσαι μια μαλαγάνα!
- Προυΐ στη δουλειά, νουρίς στη φουλειά.
- Τα ’κανε μούσκεμα.
- Τα ’κανε θάλασσα.
- Τα ’κανε γυαλιά καρφιά.
- Τα ’κανε γης Μαδιάμ.
- Έφτασε ο κόμπος στο χτέν’
- Έγινε στουπί απ’ το μεθύσ’
- Ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά πιάνεται.
- Ο καυγάς ήταν για το πάπλωμα.
- Άνθρωπο από σόϊ και σκυλί από μαντρί.
- Κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει.
- Η καλή μέρα απ’ το προυΐ φαίνεται.
- Όπως έστρωσες θα κοιμηθείς.
- Αδειανό τσουβάλ’ δε στέκεται όρθιο.
- Βουνό με βουνό δεν σμίγ’
- Ότ’ γράφ’ δε ξεγράφ’
- Έφυγε η γάτα χορεύουν τα ποντίκια.
- Κεραμδαριό έγινε.
- Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάν’ κρεμαστάρια.
- Ανάρια ανάρια το φιλί να ’χει κι νοστιμάδα.
- Όρσε γαμπρέ κουφέτα.
- Μπρος γκρεμός κι πίσω ρέμα.
- Ο βρεγμένος δεν φοβάται την βροχή.
- Δεν χαλά η ζαχαρένια μ’
- Πες μι μί ποιόν κάνεις παρέα να συ πω ποιος είσι.
- Όσα φέρν’ η ώρα, δεν τα φέρν’ ο χρόνος.
- Απ’ το ’να τ’ αυτί μπήκαν κι απ’ τ’ άλλο βγήκαν.
- Βγήκε όξω απ’ τα νερά του.
- Ο βήχας, το χρήμα κι ο έρωτας δεν κρύβονται.
- Γυρεύ’ κι τα ρέστα.
- Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.
- Κάτι τρέχ’ στα γύφτικα.
- Άμα θέλ’ η νύφη κι ου γαμπρός, τύφλα να ’χει ου πεθερός.
- Ο ανήφορος φέρνει και τον κατήφορο.
- Μπόρα είναι θα περάσ’
- Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπ’ η νύχτα και γελά.
- Τζάμπα ξύδ’ γλυκό σα μέλ’
- Αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας.
- Ότί βρέξ’ ας κατεβάσ’
- Πνίγηκε σε μια κουταλιά νερό.
- Νηστικό αρκούδι δεν χορεύ’
- Κάθε καρυδιάς καρύδ’
- Γίναν μαλλιά κβάρια.
- Ότί έσπειρες θα θερίσεις.
- Πάνω στ’ φωνή κι’ ου γάδαρος.
- Το αίμα νερό δε γίνεται.
- Κάθετε σ’ αναμμένα κάρβουνα.
- Παντού χών’ τν’ ουρά τ’
- Να λέμε κι τ’ στραβού το δίκιο.
- Άμα βαστούν τα κότσια σ’
- Ήλιος και βροχή παντρεύονται οι φτωχοί.
- Ούτε γάτα ούτε ζημιά.
- Μόνο τ’ σπανού τα γένια δεν γίνουνται.
- Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
- Έχασε τα πασχάλια τ’
- Μήτε κρύο, μήτε ζέστη με κάν’
- Να μην ξέρ’ το δεξί, τι κάν’ τ’ αριστερό.
- Μουλάρ’ πήγε, βουβάλ’ γύρσι.
- Το γοργό και χάρη έχει.
- Όποιος βιάζεται σκουντάφτει.
- Χτίζ’ στ’ν άμμο.
- Λουγαριάζ’ χωρίς τον ξενοδόχο.
- Ο φόβος φυλάει τα έρμα.
- Τον χορέψαν στο ταψί.
- Έχ’ κι του πουλιού το γάλα.
- Φέξιμι τσι γλίστρησα.
- Ο χορτάτος δεν ρωτά τον νηστικό.
- Μισή ντροπή δικιά μ’ κι’ μισή δική σ’
- Το γουδί το γουδοχέρι και τον κόπανο στο χέρι.
- Πήραν τα μυαλά τ’ αέρα.
- Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι.
- Άνοιξ’ η γη και τον κατάπιε.
- Μάζευε κι’ ας είναι ρόγες.
- Βρώμα και δυσωδία.
- Πιάστηκε στα πράσα.
- Ο ψεύτης κι ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται.
- Μην σκαλίζεις παλιές πληγές.
- Δυό κεφάλια δεν χωρούν σε μια σκούφια.
- Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
- Μη φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν.
- Μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται.
- Πήγε για μαλλί κι βγήκε κουρεμένος.
- Το αγώγι ξυπνά τον αγωγιάτ’
- Καρφί δεν του καίγεται.
- Έγινε του κουτρούλη ο γάμος.
- Άνοιξε μια τρύπα στο νερό.
- Μεγάλωσε το γαϊδουράκι, κόντυνε το σαμαράκι.
- Τώρα στα γεράματα μάθε γέρο γράμματα.
- Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο.
- Κάθε ψάρι στον καιρό του, κι’ ο κολιός τον Αύγουστο.
- Με τα ρούχα τ’ τρώγετε.
- Αγαπά ο Θεός τον κλέφτ’ αγαπά και τον νοικοκύρ’
- Μεγάλο λουκμά φάγε, μεγάλο λόγο μην πείς.
- Όπως έστρωσε θα κοιμηθεί.
- Ή μικρός μικρός παντρέψου, ή μικρός καλογερέψου.
- Έριξε πίσω του μαύρ’ πέτρα.
- Του τα ’πε όξω απ’ τα δόντια.
- Τι είναι ο πόνος μπρος τα κάλλη.
- Με τους συγγενείς φάγε, πιές, αλησβερίς μην καν’ς.
- Καλομελέτα κι’ έρχεται.
- Αυτός έχει αλεύρ’ απλουμένο.
- Το καλό το παλικάρι ξέρει κι’ άλλο μονοπάτι.
- Καυγάς για ψύλλου πήδημα.
- Του παιδιού μου το παιδί, δυό φορές είναι παιδί.
- Μη βρέξ’ κι μη στάξ’
- Άμα δεν βρέξεις κώλο, ψάρια δεν τρώς.
- Μικρό δόλωμα μεγάλο ψάρ’
- Δυό γαδάρ’ μαλώνανε σε ξένον αχυρώνα.
- Καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται.
- Ζήσε γάϊδαρε να φάς το Μάη τριφύλλι.
- Απ’ τη μάνα ως τη μαμή χάθκει το μουρό.
- Σκάβει τον λάκκο τ’
- Αν σ’ αρέσει μπάρμπα Λάμπρο ξαναπέρνα από την Άνδρο.
- Τενεκές ξεγάνωτος.
- Απ’ τη μύτ’ του βγήκε.
- Θα σου δείξω πόσα απίδια βάζ’ ο σάκος.
- Πήρε τον κατήφορο.
- Καλώς τον μαστροχαλαστή.
- Μυρίζ’ μπαρούτ’
- Ήταν στραβό το κλίμα το ’φαγε κι’ ο γάϊδαρος!
- Κάτσε στα αυγά σ’
- Απ’ το στόμα σου και στου Θεού τ’ αυτί.
- Του μπήκαν ψύλλ’ στ’ αυτιά.
- Για τα πανηγύρια είσαστε.
- Κάνει τα στραβά τα μάτια.
- Ποιος θα βγάλ’ το φίδι απ’ την τρύπα;
- Από δήμαρχος κλητήρας.
- Τέτοια ώρα τέτοια λόγια.
- Γαδουρινή υπομονή.
- Αυτά είναι για τον κλύδωνα.
- Τον έδωσε τα παπούτσια στο χέρ’
- Θέλει κι τ’ πίτα ολόκληρ’ και το σκύλο χορτάτο.
- Τον αφήσαν στους πέντε δρόμους.
- Από μουρλό κι’ από μικρό μαθαίνεις την αλήθεια.
- Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
- Και τα καλά και τα κακά δεχούμενα.
- Τον έχουν από κλότσο κι’ από μπάτσο.
- Κάνε το κορόϊδο.
- Από αγκάθι βγαίνει ρόδο, κι’ από ρόδο βγαίνει αγκάθι.
- Η νύφη κάν’ τα στραβά ψωμιά.
- Το ’μαθε κι ο κωφός ο Καδής.
- Η φτώχεια θέλει καλοπέρασ’
- Ο Θεός να σε φυλάει από κακό γείτονα.
- Κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό.
- Άρες μάρες κουταμάρες.
- Τον στόλισε πατόκορφα.
- Γνωρίζετε σαν την κάλπικη δεκάρα.
- Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα.
- Άνοιξ’ η γη και τον κατάπιε.
- Τα τίναξε ο φουκαράς.
- Το γινάτι βγάζει μάτι.
- Ήλθαν, είδαν και απήλθαν.
- Δεν ξέρ’ που πάν’ τα τέσσερα.
- Δεν ρίχνει τη μύτη της.
- Πέρασε η μπογιά της.
- Μια στο καρφί και μια στο πέταλο.
- Στον ουρανό σε γύρευα, στη γη σε βρήκα.
- Αφού δεν άκουγες, τράβα τα τώρα.
- Κάλιο αργά, παρά ποτέ.
- Αυτός είναι καπετάνιος του γλυκού νερού.
- Δεν ταιριάζουν τα χνώτα τους.
- Τον έκανε τ’ αλατιού.
- Διαλέγοντας πολύ, πήρε τ’ αποδιαλόγια.
- Ποιο καλά να σε βγεί το μάτι, παρά τ’ όνομα.
- Αρβουνιάστκις νοιάστκις, παντρέφτκις χέστκις.
- Τούτος είναι διαόλου κάλτσα.
- Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό.
- Κακά ψυχρά κι’ ανάποδα.
- Η πείνα τέχνες κατεργάζεται.
- Βγήκε ασπροπρόσωπος.
- Το ψάρι απ’ το κεφάλι βρωμάει.
- Άστον να βράζει με το ζουμί του.
- Έλα πάππου μ’ να σε δείξω τ’ αμπελοχώραφα σ’
- Το έξυπνο πουλί απ’ τη μύτ’ πιάνεται.
- Έμεινε στα κρύα του λουτρού.
- Καινούργιο κοσκινάκι μου και που να σε κρεμάσω.
- Απόμεινε στο ράφι.
- Ή παπάς παπάς, ή ζευγάς ζευγάς.
- Αυτά είναι τα κουμπιά τσ’ Αλέξινας.
- Κάλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει.
- Έχει χονδρό σβέρκο γιατί κάνει μοναχός τις δουλειές.
- Αυτό ήταν απ’ τ’ άγραφα.
- Βασιλικιά διαταγή κι τα σκυλιά δεμένα.
- Ηύρες φαγί κάτσε, ηύρες ξύλο φύγε.
- Άμα κάνεις Τούρκο φίλο, κράτα κι ένα ραβδί.
- Κάλιο γαϊδαρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε.
- Το σίδερο στη βράση κολλάει.
- Αγρόν ηγόρασε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου