Σε μια από τις ωραιότερες περιοχές των ανατολικών ακτών της Λέσβου, βρίσκεται το χωριό Πύργοι Θερμής, σε απόσταση 10 χιλιομέτρων βορειότερα από την πόλη της Μυτιλήνης. Μπροστά στην πανέμορφη αγκαλιά της νησιωτικής αυτής γης, ένας πανέμορφος κόσμος, γεμάτος με σπάνιες χάρες και εικόνες ιδανικές, ξεπροβάλλει μαζί με το φως του ήλιου, ζωγραφίζοντας με τα πιο φανταχτερά χρώματα τον ουρανό και τα σύννεφα, καθώς καθρεφτίζονται στα καταγάλανα νερά της θάλασσας του Αιγαίου. Αγκαλιάζουν στην απεραντοσύνη τους τούτη τη γη, σαν μια αρμονική συμφωνία που αποκαλύπτει τον παραδεισένιο και αγιασμένο τόπο της Θερμής, γαλήνιο, ήρεμο.
σ.α.

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Αρραβώνες καί γάμοι

Αϊβαλιώτες πρόσφυγες ήταν μετά τον διωγμό του 1922 και τον ερχομό τους στο νησί, οι περισσότεροι από τους κατοίκους στο χωριό των Πύργων Θερμής της Λέσβου, όπου και εγκαταστάθηκαν, φέρνοντας μαζί τους τα ήθη και τις συνήθειες που προσέδωσαν στον τόπο αυτόν έναν ασυγκρίτως καλύτερο τρόπο ζωής.

Σχετικά με τα αρραβωνιάσματα και τους γάμους των ζευγαριών, ο κόσμος τα παλαιότερα χρόνια παντρευόταν με προξενιό. Υπήρχαν οι προξενήτρες που μετέφεραν την πρόταση από την οικογένεια του γαμπρού στο σπίτι της νύφης που ήταν αρεστή, την οποία είχε δει και αρέσει τις λίγες φορές το χρόνο που είχαν την ευκαιρία οι νέοι και οι νέες να ανταμωθούν και να κοιταχθούν, κυρίως στα πανηγύρια που γινόντουσαν...

«…Απ' τούς γονείς επληροφορείτο τί επροικίζετο είς μετρητά κτήματα καί σπίτια, έδινε μικρή προθεσμία γιά νά σκεφθούν τό πράγμα οι γονείς τής νύφης καί ξαναερχόταν γιά νά πάρει την οριστική απάντηση. Όταν αυτή ήταν αρνητική, η δικαιολογία πρός την προξενήτρα ήταν περίπου «Καλό κι' άξιου του παιδί, μα δέν έχουμι ακόμα καιρό ή έχουμε πολλά χρέη ή δέν έχουμε φέτος μαξούλι». Εάν ήτο θετική, τότε οι γονείς τής νύφης έλεγαν στην προξενήτρα πότε θά ήθελε ο γαμβρός να ιδεί τη νύφη καί οριζόταν η ημέρα... Την οριζόμενη ημέρα ο γαμπρός με τούς στενούς συγγενείς του, έκανε την επίσκεψη στο σπίτι τής νύφης. Τό σερβίρισμα υποχρεωτικά γινόταν από τήν ίδια τή νύφη. Κι' όταν ο γαμβρός έριχνε μέσα στό δίσκο ένα νόμισμα, χρυσό κατά προτίμηση, αυτό ήταν σημάδι πως τήν άρεσε καί τήν θέλει γιά σύντροφό του. Τό συνοικέσιο ήταν τελειωμένο. Επακολουθούσε τό κέρασμα (σερβίρισμα) μέ τά ποτά καί μέ τις ευχές των συγγενών «Καλορίζικα». Έπειτα από οκτώ ημέρες επακολουθούσε η επίσκεψη της νύφης, στό σπίτι του γαμπρού. Στις δέκα πέντε ημέρες περνούσαν τις βεργιέττες (βέρες) στο σπίτι τής νύφης.
Ο παπάς της ενορίας διάβαζε την κατάλληλη ευχή καί περνούσε τις βέρες ο ίδιος στά χέρια των αρραβωνιασμένων (αν και το σωστότερο ήταν η αρραβώνα να γίνει στην Εκκλησία μαζί με το μυστήριο του γάμου). Ή τις βέρες τις αντάλλασσε ένα κοριτσάκι πού είχε γονείς στή ζωή και αργότερα οι ίδιοι οι αρραβωνιασμένοι. Στην ώρα της αλλαγής των δακτυλιδιών ένας στενός συγγενής εντελώς ξαφνικά έδινε από ένα χαστούκι - μπάτσο (ράπισμα) στους αρραβωνιασμένους γιά νά «πονεί ο ένας τόν άλλον!» -όπως πόνεσαν καί μέ τό ράπισμα. Έπειτα από οκτώ ημέρες έπρεπε νά κάνει επίσκεψη η νύφη στήν πεθερά. Ήταν όμως υποχρεωτικό νά προηγηθούν τά «πισκέσια» (δώρα). Προηγείτο λοιπόν ένας μεγάλος δίσκος γεμάτος μέ κουραμπιέδες καί ακολουθούσε ένα βενετικό πανέρι μέ σιμυγδαλένια κουλούρια. (Αργότερα καθιερώθηκε να στέλνονται λουλούδια, αμυγδαλωτά-γεμάτα, μπακλαβάς, δύο είδη γλυκά κουταλιά, το ένα χρώματος κόκκινο, λικέρ και προαιρετικά σοκολατάκια και κουλουράκια).
Η μητέρα τού γαμπρού εδώριζε στή νύφη της δακτυλίδι, ο πατέρας (πεθερός) σκουλαρίκια καί χρυσό κρεμαστό ρολογάκι μέ καδένα (αλυσίδα) καί οι άλλοι συγγενείς, βραχιόλια καρφίτσες κ.λ.π. ανάλογα μέ τήν κοινωνική τάξη των συμπεθερικών. Ακολουθούσε τό σερβίρισμα με τά γλυκά του γαμπρού.
Στήν αναχώρηση της νύφης και των συγγενών της, οι μεν γυναίκες πήγαιναν μπρος, οι δέ άνδρες πίσω, καί στή μέση ο γαμπρός.
Στή δεύτερη επίσκεψη του γαμπρού στό σπίτι της νύφης, που θα δινόταν τό τραπέζι στό γαμπρό και τούς συγγενείς της, η μητέρα της νύφης έβαζε κοντά κοντά τά καθίσματα στό τραπέζι γιά νά καθίσουν οι αρραβωνιασμένοι, καί επακολουθούσε γλέντι μέ μουσικές ως τό πρωί. Τότε μόνο δινόταν η «ευκαιρία της «εξοικειώσεως» των μελλονύμφων!
Οι επισκέψεις του γαμπρού γινόταν κάθε Κυριακή, καί ουδέποτε τό ζευγάρι έμενε μόνο του».

ΓΑΜΟΣ
«Οι γάμοι γινόταν συνήθως (και αυτό είναι το σωστό) τήν Κυριακή. Τήν Παρασκευή καλούσε η νύφη τις φιλενάδες της, γιά νά αποχαιρετήσει την παρθενική της ζωή. Αλλά στό βάθος γιά νά ευχηθούν καί νά «θαυμάσουν» τά προικιά της. Όλα τακτοποιημένα μέ τάξη καί χάρη στά συρτάρια στό «σκρίνιου». Τό απόγευμα της ίδιας ημέρας ο μανιφατουργέρης (υφασματέμπορος) έφερνε την νταντέλα γιά τις κουρτίνες. Η φιλική συντροφιά αυτομάτως μεταβαλλότανε σέ συνεργείο, καί σέ λίγες ώρες οι κουρτίνες πέρναν τη θέση τους στά παράθυρα. Ακολουθούσε ο «μπάλος». Τό μουσικό μέρος εκτελούσε η προσκαλούμενη μουσική, ή το οργανάκι τό φωνόγραφο ή καί τά μαντολίνα με τις κιθάρες. Ο χορός γενικευόταν αν πρός το βράδυ ερχόταν καί τ' αδέρφια νά πάρουν τις αδερφές τους. Τό Σάββατο έδεναν τά κουφέτα στις μπουμπουνιέρες. Τά παλιά χρόνια μοίραζαν καί ψωμί αλειμμένο μέ μέλι στή γειτονιά -του γάμου το ψωμί-. (Αυτή η συνήθεια επικράτησε στα μέρη παραλλαγμένη και κόβεται το τσουρέκι, όπου ένα κομμάτι αποκόπτεται από τη νύφη, βουτιέται στο μέλι και δίνεται να φαγωθεί από τις ανύπαντρες. Το ίδιο έθιμο επαναλαμβάνεται και στο σπίτι του γαμπρού, την ώρα που τον ντύνουν οι φίλοι του πριν το γάμο).
Τό απόγευμα της Κυριακής στόλιζαν καί τραγουδούσαν τη νύφη, ή φίλες της.
Τήν νύφη μας τήν είχαμε στήν κόλλα τυλιγμένη,
τώρα τήν ξεδιπλώσαμε άξια τιμημένη.
Ο γάμος γινόταν στην Εκκλησία. Ο αδελφός της ή κάποιος συγγενής συνόδευε στην Εκκλησιά πεζή τη νύφη γιά νά την παραδώσει στόν γαμπρό που περίμενε στόν νάρθηκα (πολλές φορές με τη συνοδεία μουσικών παραδοσιακών οργάνων). Απαραίτητες καί επιβεβλημένες οι «μετάνοιες» στους γονείς.
Στό χορό του Ησαΐα έραιναν το ζευγάρι μέ κουφέτα καί ρύζι, κουνούσαν δέ καί τον πολυέλαιο εις ένδειξη χαράς. Μετά τό τέλος ολόκληρη η πομπή, πεζή, επέστρεφε στό σπίτι. Έξω απ’ αυτό, περίμενε η μουσική γιά να υποδεχθεί το νεόνυμφο ζευγάρι, μέ εμβατήρια. Προσφερόμενα γλυκίσματα: κώκ, μαστιχάτα κουφέτα (μέ τραγούδια). Ποτά: κονιάκ, ροσόλι. Χοροί: Μπάλλος, Σμυρνιός και άλλοι. Την έναρξη έκανε πάντα ο κουμπάρος μέ τη νύφη.
Ο Μανές: Όμορφα πού ταιριάσατε τά δυό σας ένα μπόι,
 σαν τά κυπαρισσόμηλα που ’ναι στο περιβόλι
Όταν χόρευε τό νεόνυμφο ζευγάρι:
Νά ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός
να ’ναι στερεωμένοι
νά ζήσουν τά συμπεθεριά
οι συγγενείς κ’ οι ξένοι.
Καί τό γλέντι συνεχιζόταν ως τις πρωινές ώρες.
Τή Δευτέρα, ένα οργανάκι (λατέρνα) ξυπνούσε τό ζευγάρι γιά νά πετάξουν στόν οργανατζή απ’ τό παράθυρο τό μπαξίσι (δώρο). Τό μεσημέρι έτρωγαν στό σπίτι των νεόνυμφων οι στενοί συγγενείς καί τό βράδυ συνεχιζόταν τό γλέντι (αντίγαμος). Η μουσική κατελάμβανε καί πάλι τή θέση της καί άφθονα φαγητά μαγειρευμένα από προσκαλεσμένους επιτήδειους μαγείρους κοσμούσαν τά τραπέζια. Έπειτα από τρεις ημέρες συνόδευαν τόν γαμπρό οι συγγενείς, άνδρες μόνον, στό καφενείο. Επακολουθούσε η επίσκεψη του γαμπρού στους γονείς του γιά νά επιστρέψει έπειτα στό σπίτι του αφού προμηθευόταν τά απαραίτητα γλυκίσματα πού τά μετέφερε ο ίδιος ώστε νά σχολιαστεί κάπως τό θέαμα από τή γειτονιά».
Τήν πρώτη Κυριακή, μετά από τόν γάμο στελνόταν οι δυό λαμπάδες σέ ισάριθμες Εκκλησίες καί οι νεόνυμφοι πήγαιναν στήν ενορία τους. Όλη η ημέρα ήταν αφιερωμένη στό νά δέχονται επισκέψεις συγγενών καί φίλων, καί νά κρατούν τά ονόματά των, γιά νά τις ανταποδώσουν στις 15 ημέρες μετά τόν γάμο.

Άλλα τραγούδια τής νύφης:
Γειτόνισσες γειτόνισσες φεύγει γειτόνισσά σας, 
η έμορφη της γειτονιάς και καπετάνισσά σας.
Γαμπρός είναι βασιλικός κι νύφη άσπρη βιόλα, 
κουμπάρος είναι ξακουστός μέσα σ' αυτή τη χώρα.
Τό δένδρο πού σου φέρανε νύφη μου στήν αυλή σου, 
νά τό ποτίζεις ζάχαρη νά το ’χεις στή ζωή σου
Όταν ήταν ορφανή:
Νά το ‘ξευρε ο πατέρας σου, πώς γίνεται η χαρά σου,
άσπρη λαμπάδα θα γενεί νά καίγεται κοντά σου.

Πέραν των ωραίων εθίμων, τα συνειδητοποιημένα ζευγάρια πίστευαν ότι ο χριστιανός γάμος είναι σχολείο αγάπης, αυταπάρνησης, πίστης, υπακοής, σεβασμού και ταπείνωσης. Πάνω σ’ αυτές τις αρετές στερεωνόταν ο έγγαμος βίος των ζευγαριών που παντρευόντουσαν.

Βιβλιογραφία: «Λαογραφικά Κυδωνιών (Αϊβαλί), Μοσχονησίων και Γενητσαροχωρίου» του Παν. Α. Μπιμπελα. Έκδοση Χαρτοπολείου Πετρά – Ν. Χριστόποουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου